Φωτιές και ανθρώπινη υπευθυνότητα.

 

Του Δημήτρη Λαλούση

 

    Το παρακάτω κείμενο το έστειλα (το παραθέτω με κάποιες πολύ μικρές ορθογραφικές, κυρίως, διορθώσεις – χρειάστηκαν επειδή γράφτηκε εν βρασμώ, κυριολεκτικά ψυχής) σε μια από τις μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδες που παρουσιάζεται να έχει σοβαρές οικολογικές ευαισθησίες. Δεν πήρα καμιά απάντηση. Έστω ένα ‘σας κατανοούμε’. Για να είμαι ειλικρινής δεν περίμενα να πάρω απάντηση. Τι να σου πουν έντυπα που από την μια γράφουν για την καταστροφή του περιβάλλοντος και από την άλλη, ταυτόχρονα, είναι γεμάτα με ολοσέλιδες διαφημήσεις του  οτιδήποτε προάγει έναν τρόπο ζωής που καλλιεργεί την ματαιοδοξία, την αναισθησία, την αλλοτρίωση και την ληστρικότητα;

 

    Το θέμα των πυρκαϊών θα έπρεπε προ πολλού να είχε γίνει ζήτημα σοβαρότατα εθνικό. Θα έπρεπε να είχε επιστρατευθεί ολόκληρο το έθνος σε ένα γιγαντιαίο έργο πρόληψης. Θα έπρεπε να υπήρχε μια επιστράτευση παρόμοια, σχεδόν, με αυτήν μιας εμπόλεμης κατάστασης. Δεν μπορεί να καίγεται, κυριολεκτικά, η πατρίδα σου, τα πνευμόνια και το κάλλος της (πιά θα ήταν, αλήθεια, η αντίδραση κάποιου που του ρίχνουν οξύ στο πρόσωπο;) και εσύ να λειτουργείς σαν να συμβαίνει κάτι το συνηθισμένο.

 

    Είναι γελοία επίσης αυτή η τόσο συνήθης μεταφορά ευθυνών αποκλειστικά στους, κυβερνώντες, τους πολιτικούς κλπ. Το έθνος νοσεί όλο, από κάτι τρομερά καταστροφικό, από μια πνευματική, ψυχική και ηθική τερατογένεση. Οι οικοπεδοφάγοι, οι καταπατητές των παραλιών δεν θα υπήρχαν αν δεν υπήρχε η τόσο πρόθυμη τους πελατεία, η οποία, εννοείται, αποτελείται από πολίτες της άκρας καθημερινότητας, με άλλα λόγια από ‘ανθρώπους του λαού’. 

 

    Θα ήθελα να πω και κάτι ακόμη: μιλάω με τόση πικρία εναντίον των Νεοελλήνων, οπότε μπορεί κάποιοι να αντιδράσουν λέγοντας ότι το οικολογικό είναι ένα πρόβλημα παγκόσμιο. Αν και έχω σοβαρότατες αμφιβολίες σε σχέση με το κατά πόσο μπορεί να εξισωθεί η σε προσωπικό επίπεδο ευαισθησία των πολιτών άλλων ευρωπαϊκών, κυρίως, χωρών με την δική μας (ας αναλογιστούμε, πχ, την απήχηση της χρήσης του ποδηλάτου στην Ελλάδα, σε σύγκριση με αυτήν των ακόμη και κατά παράδοση αυτοκινητοπαραγωγικών χωρών στην Ευρώπη), παραταύτα ας αναρωτηθούν ένα μόνο πράγμα: η αχρειότης των άλλων είναι νομιμοποιητική της δικής μας;

 

 

 

    Το κείμενο:

 

 

Κάτι πολύ κακό…

 

    Μέσα στην κόλαση του καύσωνα και των τρομερών πυρκαϊών μου έρχεται ένα ηθικοπλαστικό, κούφιο καθ’όλα, γελοίο μήνυμα, από τον Κοσμοτέ: προστατέψτε τα δάση και σώστε το μέλλον των παιδιών σας.

 

    Τι να πει, αλήθεια, κανείς; Τα χάνει πια με το μέγεθος της απίστευτης βλακείας, της απίστευτης αποκοπής από την πραγματικότητα που επικρατεί σε αυτόν τον τόπο, σαν να είναι ότι το πιο αυτονόητο.

 

    Ο εκχυδαϊσμένος μέχρι το μεδούλι της υπάρξεώς του Νεοέλληνας θέλει να αισθάνεται και ηθικός. Το πνιγμένο στο λάϊφ στάϊλ, στο πούλημα ‘μούρης’ θλιβερό ανθρωπάριο αυτό που καίει την πατρίδα του για το κέρδος, για  να διατρανώσει την χονδροειδή του επιδειξιομανία με το χρήμα, που μέσα στην αβυσσαλέα χαμέρπεια της θρασυδειλίας του βασανίζει τους ανήμπορους στα αστυνομικά του τμήματα για να εκτονώσει το σύμπλεγμα κατωτερότητός του, που σκοτώνεται (και σκοτώνει, εννοείται) κατά χιλιάδες, κάθε χρόνο στους δρόμους για να παριστάνει τον καμπόσο με την ‘πανοπλία’ της υπαρξιακής του αλλοτρίωσης, που έχει γίνει έρμαιό της, με το ΙΧ του δηλαδή,  θέλει να αισθάνεται ότι διαθέτει και ηθική, ότι είναι και πολιτισμένος. Και εν τέλει δεν πετυχαίνει τίποτα περισσότερο από το να γίνεται ακόμη πιο γελοίος.

 

    Ένα τρομερό μίσος, μια τρομερή αναισθησία απέναντι σε οτιδήποτε απλό και αφτιασίδωτο. Μια προσπάθεια φίμωσης του οτιδήποτε, ταπεινού, αθόρυβου και αυτοφυούς. Ένα τσιμέντωμα των πάντων. Γυναίκα με άβαφο μαλλί δεν βλέπεις πια. Πλήρης άρνηση της πραγματικότητας. Λες και το γήρας, το άσπρισμα δεν υπάρχει. Ένας βαθύτατα διεστραμμένος, νοσηρός μανιχαϊσμός εναντίον του οτιδήποτε φυσικού. Μια παραληρηματική προσπάθεια κατάργησης της νύχτας και της μελαχροινότητας, μεταφορικής τε και κυριολεκτικής. Διωγμός ανελέητος εναντίον του ‘σκοτεινού’, του σκιερού, του διακριτικού. Τσιμέντα παντού, στο χώμα και στις σάρκες. Μοτοσυκλέτες θορυβώδεις, υποκατάστατα αβέβαιου, εν κρυπτώ,  ανδρισμού. Τεράστια τζίπ για να ξεχαστεί η ερεβώδης ένδοια ψυχής, δια μέσου εξασφάλισης ενός κύρους των προσωπείων.

 

    ‘Να προστατέψουμε τα δάση’! Ποιος να τα προστατέψει; Ένας λαός που είναι ικανός –από τον πλέον ψηλά ευρισκόμενο στην πολιτική ιεραρχία μέχρι τον τελευταίο μανάβη- να μην αφήσει ίχνος δέντρου για να, χτίσει γκαράζ, να αποκτήσει τζίπ, χρυσές αλυσίδες, σκουλαρίκια και λάουντζ διακοπές σε ξερονήσια; Αυτός θα προστατέψει τα δάση; Μα … αν δεν ήταν αυτός που είναι, τα δάση θα προστατευόντουσαν από μόνα τους, χωρίς την παραμικρή μέριμνα.

 

    Κάτι πολύ κακό συμβαίνει σε αυτόν τον τόπο. Και το χειρότερο είναι ότι δεν γίνεται αντιληπτό. Διότι έχει καταστεί αυτονόητο. Κάτι σατανικό συμβαίνει, χωρίς υπερβολές. Και αν δεν διαγνωστεί η κατάληξη θα είναι οικτρή και δη πολύ σύντομα.

 

    Το κείμενο αυτό δεν ξέρω αν θα δημοσιευτεί, αφού η αλήθεια κάθε άλλο παρά αρέσει στην αγέλη των πάσης φύσεως ‘καθωσπρέπει’ εφησυχασμένων, τζιπάκιδων, μηχανάκιδων και λογής ‘ιν’ φραπεδόβιων. Αλλά το γράφω και το στέλνω, έστω ως συνειδησιακή οφειλή και μόνο.

 

                                                                                         Δημήτρης Λαλούσης

                                                                                                    πολίτης

 

                                                            (Ημερομηνία αποστολής στο ‘psyche.gr’ 2-7-2007)

 

 

 

 

Αρχική Σελίδα

 

Επικοινωνήσετε με τον Δημήτρη Λαλούση