Φιλοξενία   Κειμένων  
 



 

 

 

π. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος

Εφημέριος Ενορίας Πύργου Μονοφατσίου

 

Γιατί Εορτάζουμε ;

 

Αν εξετάσει κανείς λεπτομερώς την ανθρώπινη ιστορία δεν θα αργήσει να αντιληφθεί ότι ουσιαστικά δεν υπήρξε ποτέ καμία ιστορική περίοδος χωρίς η καθημερινότητα της να διανθίζεται από διάφορες εορτές. Εορτές θρησκευτικές, εθνικές, κοινωνικές, εργασιακές κ.α διαμορφ ώ νουν έναν εόρτιο κύκλο σε κάθε ανθρώπινη κοινωνική ομάδα και παρουσία.

Έτσι θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι, άνθρωπος και εορτές είναι απόλυτα συνυφασμένες πραγματικότητες. Το γεγονός της καθολικής αυτής ανθρώπινης εμπειρίας, μας υπαγορεύει την αναζήτηση των βαθύτερων αιτίων που δημιουργούν αυτή την ανάγκη του ανθρώπου.

O ι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι ανθρώπινος βίος που δεν χρωματίζεται από εορτές είναι πεζός και βαρετός. Ένας βίος κουραστικός και απαρήγορος. Ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν θα πει ότι «ένα γεγονός είναι απόλυτα σαφές: ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς διακοπές και γιορτές, χωρίς εορτασμό……Καμία κοινωνία, κανένας πολιτισμός δεν έχει ποτέ υπάρξει δίχως γιορτές» Σημ.1

Οι σύγχρονες μορφές τεχνοκρατούμενης και λογοκρατούμενης κοινωνικής δομής, όχι μόνο δεν ελάττωσαν ή εξαφάνισαν αλλά αντιθέτως επαύξησαν τον εόρτιο κύκλο, επισυνάπτοντας στις ήδη προϋπάρχουσες εορτές αρκετές νέας μορφής και περιεχομένου.

Η «αποϊεροποιημένη» και «εκκοσμικευμένη» σύγχρονη κοινωνία μπορεί πολλές φορές να απορρίπτει ή να λοιδορεί τις λεγόμενες θρησκευτικές εορτές που εκφράζουν συγκεκριμένες δογματικές αλήθειες, αλλά δεν σταμάτησε ποτέ να εφευρίσκει νέες αφορμές για εορτασμό της ζωής. Και τούτο έχει να κάνει με την βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου για για χαρά, πανηγύρι, και κοινωνία. «Γιορτάζουμε όλων των ειδών τα γεγονότα, αλλά ανεξάρτητα από το τι παράγει η κάθε συγκεκριμένη γιορτή, αυτό που παραμένει σταθερό είναι η ανάγκη να εορτάσουμε.» Σημ. 2

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι βασικές ανάγκες που υπαγορεύουν στον διαχρονικό ιστορικό άνθρωπο να εορτάζει είναι δύο: Η πρώτη θα λέγαμε ότι έχει σχέση με το κύριο γνώρισμα της ανθρώπινης υπόστασης, που δεν είναι όπως λανθασμένα πιστεύεται από πολλούς, το λογικό. Το οποίο άλλωστε σε μικρότερο ή «μεγαλύτερο» βαθμό διαθέτουν και άλλες βιολογικές υπάρξεις. Αλλά είναι το γεγονός της ελευθερίας.

Βέβαια όταν μιλάμε για ανθρώπινη ελευθερία πρέπει να κατανοείται στο ευρύτερο πλαίσιο της κτιστότητας και φθαρτότητας της ανθρώπινης φύσης. Δηλ. όχι της απόλυτης και ολοκληρωτικής αλλά της σχετικής και περιορισμένης ύπαρξης μας, επομένως και ελευθερίας μας.

Αυτή λοιπόν η ελευθερία, είναι που δίδει στον άνθρωπο την δυνατότητα της δημιουργίας του πολιτισμού, των τεχνών και των επιστημών. Όμως όλα αυτά εντάσσονται σε μια αναγκαστικότητα που ονομάζεται εργασία ή δουλειά.

Κατά την Βιβλική διήγηση, ο άνθρωπος πριν την πτώση, δεν εργάζεται με την μορφή της αναγκαστικής βιοποριστικότητας. Η Βίβλος μας λέει ότι η εργασία ήταν κοινωνία μετά του Θεού και της κτίσης, δοξασμός, εορτασμός και ευχαριστία. Η αναγκαιότητα εισέρχεται μετά την πτώση, ως δουλειά ή δουλεία.

Έτσι ο άνθρωπος πλασμένος για την εν Θεώ ελευθερία, ασφυκτιά και κουράζεται ως ψυχοσωματική υπόσταση στην αναγκαιότητα της μονότονης και δεσμευτικής εργασίας. Έχει την απόλυτη ανάγκη για ανάπαυση.

Ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν μας λέει ότι, «για να ζήσει κάποιος πρέπει να δουλέψει. Αλλά δεν μπορεί να δουλεύει χωρίς να αναπαύεται…..Επιπλέον όμως, η ανάπαυση, η ευκαιρία δηλ. να μην εργάζεται κάποιος, βιώνεται ανέκαθεν ως χαρά» Σημ. 3

Η δεύτερη αιτία που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε είναι ότι, ο άνθρωπος σε αντίθεση με άλλες βιολογικές μονάδες, αισθάνεται την ανάγκη να νοηματοδοτεί την ζωή του και τις εκφάνσεις της.

«Αυτό ακριβώς είναι και το νόημα της εορτής στο βαθύτερο και πρωταρχικό επίπεδο, ο άνθρωπος απελευθερώνεται από μια ζωή αλυσοδεμένη αποκλειστικά στην αναγκαιότητα και στο στυγνό νόμο. Αυτός είναι ο λόγος που ο άνθρωπος δεν αναπαύεται απλώς αλλά πανηγυρίζει» Σημ.4 Πανηγυρίζει, για τους καρπούς της γής του, για τα ζώα του, τους κόπους του, τα παιδιά του, την οικογένεια του, την πατρίδα του, τον Θεό Του.

Η Χριστιανική Εκκλησία, ήδη από τις πρώτες ημέρες της επίγειας παρουσίας και διακονίας της, αντιλαμβανόμενη αυτή ακριβώς την ανάγκη του ανθρώπου, προσπάθησε να εκφράσει και να ενσαρκώσει την πίστη της, την κατανόηση του κόσμου και την θεώρηση της για την ζωή, μέσα από ένα σύνολο εορτών και πανηγύρεων που αγκάλιαζαν ολόκληρο τον ετήσιο βίο του ανθρώπου.

Το μέλλος του σώματος της Εκκλησίας ζει και υπάρχει, μέσα σε ένα πλούσιο εορταστικό κύκλο που προσπαθεί να δώσει ένα χαρούμενο, δοξαστικό χρώμα και νότα στην ζωή του ανθρώπου και συγχρόνως να τον εισαγάγει σε βαθύτερα νοήματα και γεγονότα που έχουν μεταμορφωτική και σωτηριολογική έννοια για την καθολική υπόσταση του.

«Αν αληθεύει πως ο άνθρωπος εκφράζεται καλύτερα και καθαρότερα όταν γιορτάζει και είναι χαρούμενος, αν αληθεύει πως η θρησκεία είναι κατεξοχήν ένθεη χαρά και συνεπώς εορτασμός, τότε ο Χριστιανισμός κατανοείται καλύτερα μέσα από τη χαρά και τις γιορτές του, παρά μέσα από αφηρημένες και θεολογικές διατυπώσεις» Σημ.5

Απ' όλα τα παραπάνω αυτό που γίνεται εμφανές είναι ότι ο άνθρωπος έχει απόλυτη ανάγκη για εορτασμό, για πανηγύρι, για χαρά. Δεν μπορεί να υπάρξει έξω από αυτά σε μια ζωή άχρωμη, άτολμη, πεζή και μίζερη.

Εδώ είναι λοιπόν η θέση της Εκκλησίας, δίπλα στον μέγα αλλά και την ίδια στιγμή τραγικό άνθρωπο, που αισθάνεται το μεγαλείο του αλλά συγχρόνως και την σχετικότητα του. Που ζητάει χαρά, ευκαιρία για να γιορτάσει, πρόκληση για να στήσει πανηγύρι, νόημα για ν' γεμίσει τα χιλιάδες του γιατί,;

 

 

Σημ. 1 π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Εορτολόγιο, σελ. 17

Σημ. 2 Οπ. Παρ. ,σελ. 18

Σημ. 3 Οπ. Παρ. ,σελ. 18

Σημ. 4 π. Αλεξ. Σμέμαν, Εορτολόγιο, σελ. 20

Σημ. 5 Οπ. Παρ. ,σελ. 21

 

Επικοινωνείστε με τον παπα - Χαράλαμπο: paterxar@yahoo.gr

 
Κείμενα φίλων και επισκεπτών
Αρχική Σελίδα